Μα γιατί το τραγούδι να ‘ναι λυπητερό
με μιας θαρρείς κι απ’ την καρδιά μου ξέκοψε
Κι αυτή τη στιγμή που πλημμυρίζω χαρά
ανέβηκε ως τα χείλη μου και μ’ έπνιξε
Φυλάξου για το τέλος θα μου πεις
Σ’ αγαπάω, μα δεν έχω μιλιά να στο πω
κι αυτός είναι ένας καημός αβάσταχτος
Λιώνω στον πόνο, γιατί νιώθω κι εγώ
Ο δρόμος που τραβάμε είναι αδιάβατος
Κουράγιο θα περάσει, θα μου πεις
Πώς μπορώ να ξεχάσω τα λυτά της μαλλιά
την άμμο που σαν καταρράκτης έλουζε
Καθώς έσκυβε επάνω μου, χιλιάδες φιλιά
διαμάντια που απλόχερα μου χάριζε
Θα πάω, κι ας μου βγει και σε κακό
Σε ποιαν έκσταση απάνω, σε χορό μαγικό
μπορεί ένα τέτοιο πλάσμα να γεννήθηκε
Από ποιο μακρινό αστέρι είναι το φως
που μες στα δυο της μάτια πήγε κρύφτηκε
κι εγώ ο τυχερός που το ’χει δει
Μες στο βλέμμα της ένας τόσο δα ουρανός
αστράφτει, συννεφιάζει, αναδιπλώνεται
Μα σαν πέφτει η νύχτα, πλημμυρίζει με φως
φεγγάρι αυγουστιάτικο υψώνεται
και φέγγει από μέσα η φυλακή
Πώς μπορώ να ξεχάσω...