ΜΝΗΜΟΝΕΥΕ ΓΥΝΑΙΚΟΣ ΛΩΤ
Κοίταξες πίσω σου νά δεῖς
τήν πόλη σου μές στή φωτιά, στό θειάφι,
ὄνειρα κι ἐλπίδες μιᾶς ζωῆς
νά παραχώνονται στή στάχτη!...
Μά πιό πολύ πεθύμησες ξανά
τραγούδια, γέλια, π’ ἄσωτα καί πλάνα
σοῦ ξεσηκώναν τόσο τήν καρδιά!
Κι ἄς τό ’ξερες πώς ὁ γλυκός
τῆς ἁμαρτίας ὁ καρπός
γίνεται στήν κοιλιά ξολοθρεμός!
Κι ἔτσι, νεκρός,
ἀπόμεινες στήλη ἁλός!
Μά ξέχνα τά παλιά!
Ποιός τὄπε πώς τό παρελθόν
εἶναι ἀτσάλινος δεσμός;
Ἄκου! Βαδίζει ὁ ἀδελφός
στόν ἅδη ζωντανός
καί σπέρνει φῶς καί νίκη!
Κι ὅπου διαβαίνει
ἀνάσταση σκορπᾶ
κι ὁ οὐρανός
ξεχύνεται ἀπ’ τίς πληγές του!
Ὁ πρῶτος ἀδελφός μας
ὁ Χριστός!
Κι ἄν οἱ σειρῆνες πίσω τραγουδοῦν
γι’ ἄνομα πανηγύρια καί συντρόφους
κι ἀργομεθᾶνε καί ψυχή καί νοῦ,
σπάσε κομμάτια τά βιολιά
πού σοῦ θολώνουν τή ματιά
κι ἀναίσθητο σέ σέρνουν στή σκλαβιά!
Καί στάσου ὀρθός!
Κατάρτι σου, χαρά σου ὁ Σταυρός!