Αγελαία κι επαίσχυντη πράξις
Μετρίων ανθρώπων
Συντεταγμένων αγνώστων
Εις έρημον και άγονον τόπον
Τεσσάρων βοώντων αντρών
Με μέγα το ρίγος
Αρρυθμίαι εν παλμό
Και ρίπτοντες στας καταιγίδας
Το Πλοίον ως λίθος βαρύς
Στα ανοιχτά εβυθίσθην
Και κράζοντες ώρες πολλές
Εκλονίσθην κι η πίστη
Θα πνιγούν αρχικώς οι αβάπτιστοι
Κάτω στα αμπάρια
Ακολούθως οι άνεμοι θα σύρουν και τα
Ωχρά παλληκάρια
Αμφιβόλου διάσωσις
Κατά τας έβδομας μέρας
Ευχαριστώντας τον Θεό
Όπως απήλλαξε σωσίβια λέμβο
Από χολέρας
Και λυράρης ο χάρος να ‘ρθει
Στον μικρό τον δεμένο
Για πρωινό θα ‘χω το στέρνο σου μικρέ
Και το γλυκό σου το αίμα
Και θα δειπνήσω μέσα από τα χέρια σου μικρέ
Το αλμυρό σου το δέρμα
Πως στερείται ερμηνείας μικρέ μου
Το νεκρό σου το βλέμμα
- 10